22/1/11

«Nabuco» - Η ιστορία του έργου

Η όπερα Nabuco είναι ένα παράδειγμα για το πόσο διαχρονικά μπορούν να είναι τα έργα του μουσικού θεάτρου. Η υπόθεση διαδραματίζεται τον 6ο αιώνα π.Χ. Η πρεμιέρα του έργου έγινε το 1842, αγγίζει όμως ακόμα και σήμερα τις καρδιές των θεατών.

Όταν ο Giuseppe Verdi (1813-1901) ήταν μόλις ενός έτους, ο Ναπολέων ηττήθηκε και στάλθηκε στη νήσο Έλβα εξόριστος. Ήταν ο άνδρας που στο παρελθόν είχε ενώσει τις μικρές πόλεις-κράτη και τα δουκάτα της Ιταλίας σ’ ένα βασίλειο. Τώρα οι νικηφόρες δυνάμεις τα χώρισαν και πάλι. Η ιδέα, όμως, για μια ενωμένη, ανεξάρτητη Ιταλία είχε ανθίσει: η αναγέννηση.
Ο Βέρντι καταγόταν από ταπεινή οικογένεια και ο έμπορος Αντόνιο Μπαρέτσι ήταν αυτός που χρηματοδότησε τη μουσική του εκπαίδευση. Το Κονσερβατουάρ στο Μιλάνο τον απέρριψε, επειδή ο 15χρονος τότε Βέρντι θεωρήθηκε πολύ μεγάλος για την εισαγωγή του. Έτσι ο Βέρντι σπούδασε κοντά σ’ έναν μουσικό της Σκάλας. Το 1836 παντρεύεται την κόρη του Μπαρέτσι, Μαργαρίτα. Τρία χρόνια αργότερα ανεβάζει την πρώτη του όπερα «Ομπέρτο» στη Σκάλα του Μιλάνου. Τότε τον χτυπάει η μοίρα: το 1840 πεθαίνει ο μικρός του γιος Ιτσίλιο, μετά από λίγο η κόρη του Βιργινία και το καλοκαίρι η γυναίκα του. Παράλληλα με τα τραγικά αυτά γεγονότα συνθέτει την εύθυμη όπερα «Un giorno di regno» (Μια μέρα βασιλιάς), η οποία δέχεται άσχημες κριτικές στο Θέατρο της Σκάλας και αποσύρεται αμέσως. Απογοητευμένος ο Βέρντι θέλει να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του, το Μπουσέτο, και να εγκαταλείψει τη μουσική.
Δύο χρόνια όμως αργότερα, ο ατζέντης Μπαρτολομέο Μερέλι του δίνει το λιμπρέτο του Nabuco του Θεμιστοκλή Σολέρα, το οποίο είχε αρνηθεί πρωτύτερα ο Ότο Νικολάι. Το ενδιαφέρον του Βέρντι για την όπερα ξυπνάει και πάλι. Η ιστορία του αγώνα των Εβραίων ενάντια στην τυραννία του Ναβουχοδονόσορ ίσως του φάνηκε σαν μεταφορά για τον αγώνα των συμπατριωτών του ενάντια στην αυστριακή κατοχή, όπως άλλωστε το εξέλαβαν και οι μετέπειτα ακροατές του. Όπως ακουμπάει το χειρόγραφο, ανοίγει τυχαία στη σελίδα με την μετέπειτα χαρακτηριστική φράση «Va pensiero, sullali dorate» (Πέτα σκέψη, πάνω σε χρυσά φτερά), θα γράψει ο ίδιος ο Βέρντι. Για μια ολόκληρη νύχτα συνεχίζει να το διαβάζει. Όταν θέλησε να επιστρέψει το βιβλίο, ο Μερέλι του λέει: «Γράψε τη μουσική γι’ αυτό» και τον πιέζει να πάρει το λιμπρέτο. «Τι να έκανα, λοιπόν...» γράφει ο Βέρντι, «μια μέρα μια σειρά, την επομένη άλλη μία, εδώ μια νότα, εκεί μια μελωδία, κομμάτι - κομμάτι δημιουργήθηκε η όπερα».

Διάσημος σε μια νύχτα
Η πρεμιέρα του Nabuco στις 9 Μαρτίου του 1842 στο Μιλάνο έκανε τον Βέρντι διάσημο σε μια νύχτα: «Αυτή είναι η όπερα, με την οποία στα αλήθεια ξεκινά η καλλιτεχνική μου πορεία», έκρινε ο συνθέτης. Όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1850 πολλοί εύχονταν στον Βίκτωρα Εμμανουήλ Β’ της Σαρδηνίας και του Πιεμόντε να γίνει βασιλιάς μιας ενωμένης Ιταλίας, ακούστηκε η ιαχή «Ζήτω, Βέρντι». Με αυτό εννοούσαν τον «Vittorio Emanuele, Re DItalia» (Βίκτωρα Εμμανουήλ, Βασιλιά της Ιταλίας), αλλά και τον πατριώτη συνθέτη. Η επιτυχία της όπερας βοήθησε τον Βέρντι και σε προσωπικό επίπεδο: Η Αβιγαία, η ηρωίδα του Nabuco, ενσαρκώθηκε στην πρεμιέρα το 1842 από την Τζουζεπίνα Στρεπόνι, η οποία έμελλε να γίνει σύντροφός του.
Ο Βέρντι πέθανε 88 ετών και κηδεύτηκε λιτά σύμφωνα με την επιθυμία του. Ο συνθέτης τιμήθηκε συνοδευόμενος από τον εθνικό ύμνο. Στο τέλος ακούστηκε από τους σολίστες της χορωδίας του Θεάτρου της Σκάλας του Μιλάνου το «Va pensiero». Σταδιακά προστέθηκαν και οι φωνές του συγκεντρωμένου πλήθους στους δρόμους.
Ακόμα και σήμερα ο Nabuco είναι μια από τις πιο γνωστές όπερες του Βέρντι. Ο αριθμός των παραστάσεων είναι χαρακτηριστικός: μόνο στη σεζόν 2006-2007 παιζόταν σε 20 μεγάλα θέατρα του κόσμου.

Θεμιστοκλής Σολέρα (1815-1878)
Ο Θεμιστοκλής Σολέρα, λιμπρετίστας, συνθέτης και ιμπρεσάριος, γεννήθηκε στη Φεράρα. Σαν έφηβος έφυγε από το σπίτι του κρυφά και έγινε μέλος σ’ ένα τσίρκο. Το 1839 έγινε μόνιμος λιμπρετίστας και σκηνοθέτης στο Θέατρο Σκάλας του Μιλάνου (μέχρι το 1845). Εκεί ανέβασε και δύο δικές του όπερες με δικά του λιμπρέτα, το «Ιλντεγκόντα» (1840) και το «Il contadino dAgliate» (1841), δίχως όμως επιτυχία. Ο Σολέρα έγραψε για τον Βέρντι πρώτα το βιβλίο για την πρώτη όπερα του συνθέτη «Ομπέρτο» (1839), πριν από τον «Nabuco». Ακολούθησαν ως πατριωτικά τα έργα «Οι Λομβαρδοί» (1843) και η «Ιωάννα της Λορένης» (1845). Το λιμπρέτο για τον «Αττίλα» (1846) το άφησε στη μέση και το ολοκλήρωσε ο Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε, καθώς ακολούθησε την τραγουδίστρια σύζυγό του στην Ισπανία.
Για την παραμονή του Σολέρα στην Ισπανία υπάρχουν ιστορίες για μονομαχίες, απόπειρες δολοφονίας και ερωτικές περιπέτειες, μεταξύ άλλων και με τη βασίλισσα Ισαβέλλα. Η ισπανική του όπερα «La Hermana de Pelayo» (Η αδελφή του Πελάγιο) παίχτηκε στη Μαδρίτη το 1845.
Δέκα χρόνια αργότερα ο Σολέρα αναγκάστηκε να φυγαδευτεί λόγω πολιτικών ραδιουργιών. Υποτίθεται ότι ήταν κατάσκοπος στις υπηρεσίες του Ναπολέοντα Γ’, ότι αναδιοργάνωσε την αιγυπτιακή αστυνομία κι ότι δούλεψε ως νεροκουβαλητής. Κατά τη δεκαετία του 1860 λέγεται ότι διέθετε ένα μαγαζί με αντίκες. Πέθανε μόνος το 1878 και κηδεύτηκε στο Μιλάνο.

Ναβουχοδονόσωρ - Βασιλιάς της Βαβυλώνας
Ο σημαντικότερος μονάρχης του βαβυλωνιακού βασιλείου αναφέρεται στη Βίβλο ως ο υπεύθυνος για την αιχμαλωσία των Εβραίων (όπως και στο έργο του Βέρντι). Ο γιος του ιδρυτή του βαβυλωνιακού βασιλείου βασίλεψε από το 605 μέχρι το 562 π.Χ. Κυρίευσε τους Ασσύριους, περιόρισε την επιρροή των Αιγυπτίων και των άλλων παρακείμενων κρατιδίων, μεταξύ αυτών και του βασιλείου του Ιούδα, οι οποίοι έπρεπε να πληρώνουν φόρο υποτελείας.

Τα γεγονότα του 586 π.Χ.
Ο Ιουδαίος βασιλιάς Ιωακείμ υποδουλώθηκε στον Ναβουχοδονόσωρ το 606 π.Χ. και μετά από τρία χρόνια επαναστάτησε. Τα βαβυλωνιακά στρατεύματα που έστειλε ο Ναβουχοδονόσωρ τον νίκησαν και κατέστησαν βασιλιά τον γιο του, Ιωαχείν, που και αυτός αργότερα επαναστάτησε. Τελικά, το 597 π.Χ. Ιωαχείν παραδόθηκε στον Ναβουχοδονόσωρ. Το ανάκτορό του και ο Ναός της Ιερουσαλήμ λεηλατήθηκαν. Η επόμενη εξέγερση υπό τον Σεδεκία απέτυχε επίσης: όλες οι πόλεις της Ιουδαίας έπεσαν στα χέρια του εχθρού, η Ιερουσαλήμ συνθηκολόγησε στις 9 Ιουλίου του 586 π.Χ. Η βασιλική οικογένεια και όλοι οι αριστοκράτες καθώς και οι τεχνίτες μεταφέρθηκαν στη Βαβυλώνα, μεταξύ αυτών και οι προφήτες Ιεζεκιήλ και Δανιήλ. Ο τελευταίος ερμήνευσε τα όνειρα του Ναβουχοδονόσωρ κι αναφέρεται στη Βίβλο ότι ο βασιλιάς πίστεψε στον Γιαχβέ, τον Θεό των Εβραίων και ότι έτσι σώθηκε από την τρέλα.
Ακόμα και στην pop μουσική, ο γνωστός στίχος «Στα ποτάμια της Βαβυλώνας» (By the rivers of Babylon) κάνει λόγο για την αιχμαλωσία των Εβραίων, η οποία, όμως, μακροπρόθεσμα ήταν αβάστακτη. Στην εξορία, εξαιτίας της καταστροφής του Ναού στην Ιερουσαλήμ ιδρύθηκαν οι πρώτες συναγωγές.
Ο Ναβουχοδονόσωρ δεν ήταν όμως μόνον ένας τύραννος. Υπήρξε προοδευτικός υποστηρικτής της κατασκευαστικής δραστηριότητας. Δημιουργήθηκαν κανάλια, δεξαμενές νερού καθώς και μια πληθώρα από κτίρια. Εννιά στα δέκα τούβλα στα ερείπια της αρχαίας Βαβυλώνας φέρουν τη σφραγίδα του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου